Ο στρατηγός Γιάννης Αλεξάκης έφυγε από τη ζωή το πρωί της Δευτέρας 14 Δεκεμβρίου σε ηλικία 77 ετών. Ήταν παντρεμένος και είχε έναν γιο τον Ηλία, ενώ η κηδεία του προγραμματίζεται για την ερχόμενη Δευτέρα το πρωί, καθώς αναμένονται από το εξωτερικό πολλοί συγγενείς και φίλοι.
Ο Ιωάννης Ηλία Αλεξάκης (1938-) ήταν επίτιμος αντιστράτηγος του ελληνικού Στρατού Ξηράς, με πρωταγωνιστικό ρόλο στον αντιδικτατορικό αγώνα. Υπήρξε συνεργάτης του Αλέξανδρου Παναγούλη, ενώ μεταπολιτευτικά συνδέθηκε φιλικά με τον Ανδρέα Παπανδρέου και διετέλεσε δύο φορές διευθυντής Ασφαλείας της τότε Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ), από το 1974 ως το 1976 και από το 1981 ως το 1986.
Γεννήθηκε το 1938 στο Ηράκλειο Κρήτης, γόνος παλαιάς και σημαντικής στρατιωτικής οικογένειας από τους Ποτάμους Λασιθίου, το πιο διακεκριμένο μέλος της οποίας ήταν ο στρατηγός Ιωάννης Σ. Αλεξάκης, πρώτος Έλληνας αξιωματικός που μπήκε στη Θεσσαλονίκη το 1912.Αποφοίτησε από τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (ΣΣΕ) το 1959 ως ανθυπολοχαγός του Πεζικού. Αργότερα συμπλήρωσε τις σπουδές του σε διάφορες στρατιωτικές Σχολές εσωτερικού και εξωτερικού.
Την περίοδο της χούντας των συνταγματαρχών, ο Αλεξάκης είχε ουσιαστική συμμετοχή στον αντιδικτατορικό αγώνα και υπήρξε σημαντικός συνεργάτης της ομάδας του Αλέξανδρου Παναγούλη. Μάλιστα η σύζυγός του Νένα, υπάλληλος στο διοικητικό τμήμα της Κυπριακής πρεσβείας στην Αθήνα, ήταν ο άνθρωπος που παρέδιδε όπλα και εκρηκτικά στους εκπροσώπους του Παναγούλη, που ήταν κρυμμένα στον διπλωματικό σάκο που ερχόταν από την Κύπρο. Με αυτά τα εκρηκτικά ο Παναγούλης πραγματοποίησε την απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα Γεωργίου Παπαδόπουλου.
Το έτος 1973 έλαβε μέρος και είχε σημαντικό ρόλο στο κίνημα του Ναυτικού, μαζί με τον Σπύρο Μουστακλή, που βασανίστηκε απάνθρωπα στο ΕΑΤ-ΕΣΑ.
Τον Ιούλιο του 1974, αμέσως μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής διόρισε αρχηγό της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ) τον νομιμόφρονα στρατηγό Κωνσταντίνο Φέτση. Ο Φέτσης αμέσως διόρισε τον τότε ταγματάρχη Αλεξάκη διευθυντή του Τμήματος Ασφαλείας της ΚΥΠ, μετά από προτροπή του στρατηγού Περίδη, με τον οποίο ο Αλεξάκης συνυπήρξε στην αντιστασιακή οργάνωση «Ελεύθεροι Έλληνες», στην οποία συμμετείχαν αντιχουντικοί αξιωματικοί από όλους τους πολιτικούς χώρους.
Με μία κάπως διασταλτική ερμηνεία των επίσημων καθηκόντων του (ασφάλεια της ΚΥΠ), ο Αλεξάκης ανέλαβε την ευθύνη του εντοπισμού των ακροδεξιών «σταγονιδίων» στις Ένοπλες Δυνάμεις, και στο τμήμα του αποδόθηκαν τα εύσημα για την αποκάλυψη και καταστολή του φιλοχουντικού πραξικοπήματος της πυτζάμας στις αρχές του 1975.Επίσης, ανέλαβε την ευθύνη του χειρισμού των Αρχείων της ΕΣΑ και συνεργάστηκε αποτελεσματικά με τον Μιχάλη Ζούβελο, επίτροπο (στρατιωτικό εισαγγελέα) στο Στρατοδικείο των βασανιστών του ΕΑΤ-ΕΣΑ καθώς και με τον Γιάννη Ντεγιάννη στη δίκη των αρχιπραξικοπηματιών.
Σε αυτή την πρώτη θητεία του στην ΚΥΠ, ο Αλεξάκης ανέπτυξε στενές σχέσεις με τον Ανδρέα Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ αλλά και με την εφημερίδα Τα Νέα, στην οποία από τις αρχές του 1976 δημοσιεύονταν απόρρητα αρχεία της ΕΣΑ, γεγονός που προκάλεσε τη δυσφορία των δεξιών αξιωματικών του Στρατού. Τελικά, τον Απρίλιο του 1976 ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Ευάγγελος Αβέρωφ ζήτησε να σταματήσει η απόσπαση του Αλεξάκη στην ΚΥΠ και να επιστρέψει στο Στράτευμα αλλά συνάντησε την σθεναρή αντίσταση του αρχηγού της ΚΥΠ στρατηγού Φέτση, που υποστήριξε ότι ο Αλεξάκης του είναι απαραίτητος. Ο Αβέρωφ επέμεινε και τελικά κατάφερε να πείσει τον Καραμανλή για την αντικατάσταση τόσο του Αλεξάκη όσο και του στρατηγού Φέτση: νέος αρχηγός της ΚΥΠ ανέλαβε ο στρατηγός Καλαμάκης.
Τον Οκτώβριο του 1981, με την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ, ο Αλεξάκης που είχε εν τω μεταξύ προαχθεί σε αντισυνταγματάρχη, επέστρεψε στην ΚΥΠ ως διευθυντής του Τμήματος Ασφαλείας, ενώ το 1984 ανέλαβε και τη Διεύθυνση Αντικατασκοπείας.Συνέχισε να έχει στενές σχέσεις με τον Ανδρέα Παπανδρέου, τον οποίο επισκεπτόταν ακόμα και στις διακοπές του στην Ελούντα και στον Αστέρα της Βουλιαγμένης.Στα τέλη Φεβρουαρίου του 1983, φαίνεται να ήταν από αυτούς που μετέφεραν την πληροφορία στον πρωθυπουργό περί απόπειρας πραξικοπήματος από ακροδεξιούς: ακολούθησε άσκηση ετοιμότητας των Ενόπλων Δυνάμεων και μαζικές αποστρατείες δεξιών αξιωματικών, κυρίως στον Στρατό Ξηράς. Η δεξιά εφημερίδα «Βραδυνή» κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι έστησε το σκηνικό για να μπορέσει να προβεί σε μαζικές αποστρατείες: αντίθετα η φιλοκυβερνητική «Αυριανή» επεσήμανε τον κίνδυνο ανατροπής του δημοκρατικού πολιτεύματος και το θράσος των νοσταλγών της επταετίας.
Παρέμεινε στην ΚΥΠ ως το 1986, οπότε πήγε στην Κύπρο ως διοικητής της ΕΛΔΥΚ. Αποστρατεύτηκε το 1991 ως υποστράτηγος, ενώ αργότερα ονομάστηκε επίτιμος αντιστράτηγος.
Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες των Αθηνών και της Κρήτης.