Ο Αλίκαμπος είναι χωριό του δήμου Αποκορώνου, της περιφερειακής ενότητας (πρώην νομού) Χανίων, στην Κρήτη. Είναι ο μόνος οικισμός στην τοπική κοινότητα Αλικάμπου. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011 έχει 198 κατοίκους. Το χωριό βρίσκεται στους βόρειους πρόποδες των Λευκών Ορέων, σε υψόμετρο 310 μέτρων, 40 χιλιόμετρα από τα Χανιά, στο δρόμο προς Σφακιά.
Οι Σαρακηνοί λεηλάτησαν τον Αλίκαμπο το 821 και έκτισαν ένα οχυρό στη θέση Πηργιολύκι, από το οποίο σήμερα σώζεται μόνο η δεξαμενή. Μετά την ανακατάληψη της Κρήτης το 961 από τον Νικηφόρο Φωκά, ορίστηκε το φέουδο του Αλίκαμπο το οποίο έφτανε μέχρι την λίμνη Κουρνά το οποίο δόθηκε στον Μαλαβαρά. Η περιοχή υπήρξε από το καιρό των Βυζαντινών άνδρο κλεφτών και εξαιτίας της θέσης ήταν καταφύγιο επαναστατών. Ο Αλίκαμπος συμμετείχε στις επαναστάσεις εναντίον των Ενετών γι αυτό και οι Ενετοί τον κατέστρεψαν μετά την καταστολή της Επανάστασης του Καντανολέου του 1527 και απαγόρευσαν να ξαναχτιστεί.
Οι κάτοικοι είτε φονεύθηκαν είτε εξοριστήκαν στην Κύπρο. Το 1536 ύστερα από αίτησή τους, οι κάτοικοι επέστρεψαν στον Αλίκαμπο σχηματίζοντας ένα χωριό με πολλές συνοικίες οι οποίες ακόμη και σήμερα υπάρχουν σαν ξεχωριστά χωριά, όπως ο Φίλιππος, το Μετόχι, η Ασπροσυκιά, ο Φονές, Χάμπαθα και η Μάζα. Στην απογραφή του 1583 (Καστροφύλακας Κ242) αναφέρεται ως Alicambo με 411 κατοίκους. Το Βασιλικάτα του 1630 το αναφέρει μαζί με τη Μάζα. Οι Τούρκοι έχτισαν στον Αλίκαμπο, όπως και στον υπόλοιπο Αποκορώνο λόγω της στρατηγικής του θέσης, έναν κούλε (φρούριο).Στην αιγυπτιακή απογραφή του 1834 αναφέρεται ότι έχει 75 χριστιανικές οικογένειες χωρίς τουρκικές. Το 1881 είχε 690 Χριστιανούς κατοίκους. Το 1928 αναφέρεται σαν Αλίκαμπος με 690 κατοίκους και ήταν έδρα της ομώνυμης κοινότητας
Στο χωριό βρίσκεται η εκκλησία της κοίμησης της Θεοτόκου με αγιογραφίες των αρχών του 14ου αιώνα φιλοτεχνημένος από τον Ιωάννη Παγωμένο, οι οποίες διατηρούνται μέχρι σήμερα σε καλή κατάσταση. Στο χωριό έχουν ανακυρηχθεί διατηρητέα μνημεία ένα κτιριακό συγκρότημα των αρχών του 19ου αιώνα, μια οικία που χρονολογείται από τους ενετικούς χρόνουςκαι ένα λαϊκό αγροτόσπιτο των μέσων του 19ου αιώνα, ενώ ένα ακόμη κτίριο έχει χαρακτηριστεί έργο τέχνης, συνδυάζοντας λαϊκά και νεοκλασσικά στοιχεία, όπως φαίνεται, πχ, στην πρόσοψη στην πλατεία