Το νεο-κλασσικό σήμερα, δημώδες σχεδόν για τους μεγαλύτερους σε ηλικία, τραγούδι της "ανθισμένης αμυγδαλιάς"γράφτηκε από τον Γεώργιο Δροσίνη και δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο σατυρικό «Ραμπαγάς» το 1882. Ο συνθέτης του -κατά δήλωση του ιδίου- ήταν ο Γεώργιος (Τζώρτζης) Κωστής (1871-1959), ράπτης το επάγγελμα που πέθανε λησμονημένος στο Άργος, όπου τον είχε περιθάλψει ο τότε Αρχιμανδρίτης Μητροπόλεως Αργολίδος και μετέπειτα Επίσκοπος Χρυσόστομος Δεληγιαννόπουλος μετά τους σεισμούς της Ζακύνθου[εκκρεμεί παραπομπή]. Εκείνο που ίσως έχει και κάποια ιστορική αξία είναι το γεγονός ότι ο άγνωστος συνθέτης του, το μελοποίησε κατά τη διάρκεια της επιστράτευσης του 1885 με αποτέλεσμα πολύ γρήγορα να διαδοθεί από τους στρατιώτες σε όλη την Ελλάδα.
Το ποίημα αυτό το έγραψε ο Γεώργιος Δροσίνης σε νεαρή ηλικία όταν ακόμη δημοσίευε τους στίχους του με το ψευδώνυμο Αράχνη για μια χαριτωμένη μαθήτρια του Αρσακείου, εξαδέλφη του, που πράγματι συνέβη να κουνήσει την ανθισμένη νεραντζιά του κήπου του και να πέσουν τα άνθη επάνω της. Και βέβαια ποιητικά αλλά και συμβολικά η νεραντζιά έγινε αμυγδαλιά.
Οι στίχοι του ποιήματος συγκινούν περισσότερο με τις απλές εικόνες, τα ερωτικά συναισθήματα και την αντίθεση νεότητας – γήρατος σε μια φιλοσοφική σύνθεση. Η δε μουσική του αλλά και η εκτέλεσή του και σε τετραφωνία είχαν ως αποτέλεσμα να αποτελέσει το προσφιλέστερο «μελώδημα» της εποχής και για αρκετές 10ετίες της κάθε συμποτικής συγκέντρωσης ή «μουσικής οικιακής εσπερίδας».
Ετίναξε την ανθισμένη αμυγδαλιά (δις)
με τα χεράκια της
και γέμισ'από τ΄ άνθη η πλάτη, η αγκαλιά
και τα μαλλάκια της.
Και γέμισ'από τ΄ άνθη...
Αχ, χιονισμένη σαν την είδα την τρελή (δις)
γλυκά τη φίλησα
της τίναξα όλα τ'άνθη από την κεφαλή
κι έτσι της μίλησα:
Της τίναξα όλα τ'άνθη...
"Τρελή, να φέρης στα μαλλιά σου τη χιονιά (δις)
τι τόσο βιάζεσαι;
Μόνη της θάρθη η άγρια βαρυχειμωνιά,
δεν το στοχάζεσαι;
Μόνη της θάρθη...
"Του κάκου τότε θα θυμάσαι τα παληά (δις)
τα παιγνιδάκια σου
θάσαι γρηά με κάτασπρα μαλλιά
και τα γυαλάκια σου.
θάσαι γρηά...