-Ανάμεσα σε δυο βουνά περδικούλα κελαηδεί.(Ο αργαλειός).
-Κοπελιές είναι κι οι δυο και γεννά η μια την άλλη.(Η μέρα και η νύχτα).
-Βασιλιάς δεν είμαι κορώνα φορώ, ρολόι δεν έχω τις ώρες μετρώ. (Ο κόκορας).
-Γύρου, γύρου ανεγυρίζει στο γωνιό πάει και καθίζει.(Η σκούπα).
-Κλουθά τ’ ανθρώπου όπου κι αν πάει κι όμως πράμα δεν τρώει.(Η σκιά μας.)
-Σε γλάστρα δεν φυτεύεται σε περιβόλι όχι, ο βασιλιάς το γεύεται κι όλος ο κόσμος το χει.(Το αλάτι).
-Κλειδώνω , μανταλώνω κι ο κλέφτης μπαίνει μέσα.(Ο ήλιος).
-360 γερανοί, 30 περιστέρια, σε 12 φωλιές γενούν κι 1 αυγό κλώσουνε.(Οι μέρες , οι μήνες , ο χρόνος).
-Είμαστε δυο αδερφές κι από τον κύρη μας αγαπητές, η μια ποθαίνει κι η άλλη ζει, αν κι αυτή ποθάνει ο κόσμος θα χαθεί. (Η μέρα και η νύχτα).
-Άμα τη δέσω προπατεί και σαν τη λύσω στέκει. (Η ανέμη με την κλωστή).
-Μακρύς μακρύς καλόγερος και πίτα η κεφαλή του κι αποπαέ ως τα Χανιά ακούγεται η φωνή ντου ( το τουφέκι)
Ο μπάρμπας μου ο Μιχελής σαράντα δυο βρακιά φορεί και το πιο παλιό απόξω.(Το κρεμμύδι).
-Από χώμα πλάστηκα σαν τον Αδάμ, στο καμίνι εψίθηκα σαν τση τρεις παίδες, με τα σπλάχνα μου πολλούς εδρόσισα , κι εδά στα θανατά μου κανείς δεν έθαψε τα κόκαλά μου.(Η στάμνα).
-Μια βαρκούλα φορτωμένη στη σπηλιά πάει και μπαίνει.(Το κουτάλι με το φαγητό).
-Του παππού μου κρέμεται και τση γιαγιάς μου χάσκει.(Ο κουβάς και το πηγάδι).
-Χιλιοτρύπητο λαΐνι που σταλιά νερό δε χύνει (το σφουγγάρι)
Χίλιοι μίλοι καλογέροι σ’ ένα ράσο τυλιγμένοι.(Το ρόδι).
-Από πίσω μου μακραίνει κι από μπρος μου, μου κονταίνει.(Ο δρόμος).
-Τέσσερις στέκονται, δύο γρικούνε, ένας σκάφτει κι ένας θυμιατίζει. (Το γουρουνάκι).
-Μικρή είναι η νοικοκυρά μα κάνει πίτα τόση.(Η μέλισσα).
-48 κλωνών δεντρί, στην κορυφή ρόδο ανθεί, ρεμπεστάνιος όποιος το ‘χει, βασιλιάς απού το ορίζει ( η Μεγάλη Σαρακοστή, Πάσχα, όποιος νηστεύει, ο Θεός).