Η ρίγανη είναι αυτοφυές φυτό που συναντάται σε πολλές περιοχές της Ελλάδας.
Η ρίγανη περιέχει πλήθος αιθέριων ελαίων προεξεχόντων των thymol και carvacrol, που έχει βρεθεί ότι εμποδίζουν τη δράση διαφόρων μικροοργανισμών προφυλάσσοντας τον οργανισμό από διάφορες ασθένειες.
H ρίγανη εμφανίζει και ισχυρή αντιοξειδωτική δράση. Συγκεκριμένα δύο συστατικά της, τα thymol και carvacrol, έχουν εντονότερη αντιοξειδωτική ικανότητα ακόμα και από δύο συνθετικά παρασκευασμένα αντιοξειδωτικά (BHT και BHA) που χρησιμοποιούνται ευρέως σήμερα στα συσκευασμένα κρέατα.
Βάζοντας ρίγανη στο κρέας όχι μόνο του δίνουμε γεύση, αλλά τονώνουμε και τη θρεπτική του αξία. Μάλιστα, έχει βρεθεί ότι η ρίγανη έχει 12 φορές ισχυρότερη αντιοξειδωτική δράση από το πορτοκάλι, 30 από την πατάτα και 42 από το μήλο.
Παράλληλα, η ρίγανη αποτελεί πολύ καλή πηγή φυτικών ινών, σιδήρου και β-καροτίνης. Οι φυτικές ίνες μειώνουν τα επίπεδα χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων στο αίμα καθιστώντας ακόμα αρμονικότερη έως και ιδανική τη σχέση ρίγανης-κρέατος.
Η ποσότητα φυτικών ινών που παίρνουμε βάζοντας ρίγανη στη μερίδα της μπριζόλας που τρώμε είναι περίπου 1 γρ, ποσότητα σχετικά μεγάλη αν αναλογιστούμε ότι ο μέσος άνθρωπος δύσκολα ξεπερνά τα 8-12 γρ/μέρα όταν η συνιστώμενη πρόσληψη φτάνει τα 30 γρ.
Ο Αριστοτέλης έγραφε ότι, αν κάποιο τραυματισμένο κατσίκι από βέλος κυνηγού, έτρωγε ρίγανη, η πληγή του έκλεινε. Οι κυνηγοί μέχρι και σήμερα συνηθίζουν, όταν σκοτώσουν ένα θήραμα, να βάζουν στην κοιλιά του μερικά κλωνάρια ρίγανη, για να μη μυρίσει μέχρι να φθάσουν σπίτι.
Η γεύση της είναι έντονη, πικάντικη και ελαφρώς πικρή.