Το παραδοσιακό χωριό Πεύκοι βρίσκεται 7 χιλ. βόρεια του χωριού Μακρύ Γιαλού, 25 χιλ. ανατολικά της Ιεράπετρας, στα νότια παράλια του Λυβικού Πελάγους στο Νομού Λασιθίου της Κρήτης.
Στα στενά σοκάκια του χωριού μυρίζει κανείς αρώματα παραδοσιακών φαγητών από τα «τσικάλια» των νοικοκυρών, συναντάει τους χωρικούς που κοπιαστικά παράγουν καθημερινά τοπικά κρητικά προϊόντα όπως λάδι, μέλι, ρακί κ.α., νιώθει τη ζεστή και καλόκαρδη φιλοξενία των ντόπιων και αγναντεύει τις φυσικές ομορφιές που απλώνονται γύρω από αυτό..
Περιηγηθείτε στις σελίδες και μάθετε για την ιστορία του χωριού μας, τις ομορφιές του, τα σπήλαια, τις παραλίες, τα έθιμα και τις παραδόσεις. Εξερευνήστε την γύρω περιοχή και ανακαλύψτε εικόνες που θα σας κάνουν να θέλετε να μας επισκεφτείτε.
Τα παλιά χρόνια οι κάτοικοι των Πεύκων ζούσαν από την κτηνοτροφία και λιγότερο από την γεωργία. Αιτία ήταν η κυριαρχία των κατά καιρούςκατακτητών οι οποίοι κρατούσας στην κατοχή τους όλες τις παραγωγικές εκτάσεις της περιοχής μέχρι το 1897. Στους χριστιανικούς κατοίκους είχαν αφήσει μόνο τη βόρεια ορεινή περιοχή του χωριού και ελάχιστο μέρος της νότιας πεδινής.
Μετά την επανάσταση του 1897 άρχισε η αποχώρηση των Τούρκων και οι περιουσίες τους πέρασαν σιγά σιγά στα χέρια των ντόπιων. Το 1925 είχαν εντελώς εγκαταλείψει τον τόπο και όλες οι περιουσίες τους περιήλθαν στιυς χριστιανούς κατοίκους του χωριού ως ανταλλάξιμες και με αγορές. Το 1936 η δικτατορική κυβέρνηση του Μεταξά είχε ρίξει το σύνθημα: ούτε μία σπιθαμή γης να μην μείνει ακαλλιέργητη, επιδοτούσε τη φύτευση και καλλιέργεια της ελιάς. Από τότε αρχίζει η ανάπτυξη της γεωργίας στο χωριό, όλη η χέρσα νότια και νοτιοανατολική περιοχή των Πεύκων εκχερσώθηκε, καλλιεργήθηκε με χιλιάδες ελαιόδεντρα και άλλα παραγωγικά δέντρα.
Πρωτοπόρος ο Θεοφάνης Εμμ. Καναβάκης, σε διάφορους θέσεις φύτευσε και καλλιέργησε τα περισσότερα, κυρίως στις περιοχές των Καψαλίων και τη Λαγκάδα, ελαιόδεντρα. Κοντά σε μικρή πηγή στο ρυάκι “Κερατιά Λάγκο”έχτισε δύο στέρνες και από αυτές πότιζε μεγάλη έκταση από τις καλλιέργειες του. Σήμερα η πηγή έχει στερέψει από τις ανομβρίες και την συνεχή άντληση παρακείμενης γεώτρησης. Μετά από τις στέρνες εκατό μέτρα Ν.Α (περιοχή Καψαλίων) έκτισε το 1942 την πρώτη αγροικία. Τον ακολούθησαν και άλλοι χωριανοί με ζήλο και προσπάθεια ανάλογη προς τις ικανότητες τους. Φυτεύτηκε και καλλιεργήθηκε έκταση μεγαλύτερη από 15000 στρέμματα από τα οποία παράγονται σήμερα 180 περίπου τόνοι ελαιόλαδου έναντι των 15 της αρχικής παραγωγής τους.
Από το 1950 οι κάτοικοι των Πεύκων μόνοι τους και άλλοτε με τη βοήθεια της τότε Κοινότητας και άλλων οργανισμών, πάντοτε όμως με δωρεά παραχώρηση της προσωπικής τους εργασίας έκαναν πολλά έργα που βοήθησαν και βελτίωσαν το επίπεδο της ζωής τους. Το 1950-51 έκαναν τις δύο μεγάλες στέρνες της Τρυπητής και της Καράς που με τα νερά του παρακείμενου χειμάρρου ποτίζουν όλη τη γύρω περιοχή. Το 1952-53 από κοινού με τους κατοίκους του κοντινού χωριού Αγίου Στεφάνου, με την προσωπική τους εργασία και με ελάχιστη ενίσχυση από το τότε πρόγραμμα “Πρόνοια δια της εργασίας” δέκα δραχμές το ημερομίσθιο, οι εργαζόμενοι το μεγαλύτερο μέρος του το παραχωρούσαν για την αγορά εργαλείων και εκρηκτικών, έκαναν την διάνοιξη του αυτοκινητόδρομου από Λιθίνες προς Πεύκους και Άγιο Στέφανο.
Το πρώτο αυτοκίνητο έφθασε στα χωριά αυτά την 15 Σεπτεμβρίου το 1953. το 1953-55 με κρατική δαπάνη έγινε η γέφυρα επί του ποταμού “Πετεινού”. Στη συνέχεια έγιναν αρδευτικά έργα διανοίχτηκαν αυτοκινητόδρομοι προς όλες τις κατευθύνσεις της αγροτικής περιοχής. Έγινε αποχέτευση και τσιμεντόστρωση σε όλους τους δρόμους του χωριού.
Το 1957 χτίστηκε με την προσωπική εργασία των ανδρών και γυναικών του χωριού το διθέσιο Δημοτικό Σχολείο πάνω από το χωριό. Το προ αυτού ήταν χτισμένο το 1911 μπροστά από την εκκλησία του χωριού, εντελώς όμως ακατάλληλο για σχολείο. Το κτίσμα του μετασκευασμένο σε κατοικία διατηρείται ακατοίκητο. Τα παλιά χρόνια, οι χρονολογίες δεν κρατήθηκαν, τα παιδιά πήγαιναν για να μάθουν γράμματα, στο χωριό Στραβοδοξάρι, το σημερινό Σταυροχώρι, μετά τον Γρά, τον σημερινό Άγιο Στέφανο, με τα πόδια.
Μετά το 1897 τους χρόνους της Κρητικής Πολιτείας ιδρύθηκε σχολείο στους Πεύκους. Μέχρι να το χτίσουν, για αίθουσα σχολείου έκαναν χρήση δωματίων που οι γονείς των μαθητών κάθε χρόνο παραχωρούσαν κατά σειρά δωρεάν. Θρανία δεν υπήρχαν, κάθε μαθητής για κάθισμα του είχε το δικό του σκαμνάκι (κουτσούρι) φτιαγμένο από κορμό δέντρου. Βιβλία μόνο ο δάσκαλος είχε σε μικρό αριθμό. Οι μαθητές για το γράψιμο τους είχαν μια μαύρη πέτρινη πλάκα, που έγραφαν πάνω σε αυτή με “γιολίφα” (μαλακή πέτρα από άργιλο).
Το σχολείο των Πεύκων πλέον στέκεται περήφανα πάνω από το χωριό και λειτουργεί ως Λαογραφικό Μουσείο της Παλιάς Κοινότητας των Πεύκων το οποίο συντηρεί ο Πολιτιστικός Σύλλογος Πεύκων. Σήμερα καινούργιο σχολείο και σύγχρονα εξοπλισμένο λειτουργεί στο Μακρύ Γιαλό, καθώς επίσης Γυμνάσιο και Λύκειο.
Το 1957-58 διανοίχτηκε ο δρόμος από Πεύκους προς Ανάληψη, Διασκάρι, Πηλλαλήματα και η παράκαμψη προς τη Μονή Αγίου Γεωργίου του Σαμακίδη. Το 1966-67 χτίστηκε το γραφείο της Κοινότητας των Πεύκων.
Το 1968-69 έγινε το εξωτερικό και εσωτερικό Υδραγωγείο των Πεύκων από την πηγή “Άσπρη Βρύση” της Κεφάλας. Παλιά χρόνια πριν από τους χρόνους της κυριαρχίας των Σαρακηνών και συνέχεια το 1471 μέχρι τη δεκαετία του 1890 η ύδρευση μαζί και η άρδευση του χωριού γινόταν από την πηγή “Βρύση” τη σημερινή “Κάτω Βρύση” του χωριού στην εκροή της υπήρχε μεγάλος λάκκος που μέσα σε αυτόν έτρεχε το νερό. Σε αυτό το λάκκο βουτούσαν και γέμιζαν τα σταμνιά τους παίρνοντας με τον τρόπο αυτό το νερό που είχαν ανάγκη για την ύδρευσή τους. Στα χρόνια του 1895-1900 με προτροπή του Αριστείδη Σφακιωτάκη και την εργασία και συμμετοχή των κατοίκων, έγινε και υπάρχει μέχρι και σήμερα το υπάρχον υδροαρδευτικό κτιριακό συγκρότημα Ενετικού τύπου, το Κυμέρι όπως κοινά ονομάζεται. Αργότερα το 1925 το νερό της πηγής κρίθηκε ακατάλληλο γιατί τα νερά των στάβλων και βόθρων ου χωριού έφθαναν υπόγεια σε αυτόν και τον μόλυναν. Εκτός αυτού το χωριό είχε επεκταθεί και η ύδρευση γινόταν πολύ κουραστική. Από μια μικρή πηγή που υπήρχε στη θέση “Καρά” έκαναν νέο υδραγωγείο με σωλήνες από πηλό (Κουτάτα τα λέγανε) που έφτιαξαν οι χωριανοί ψήνοντάς τα σε φούρνο, ακόμα και με πελέκια που έσκαβαν πάνω σε αυτά αυλάκια και το σκέπαζαν με πλάκες. Δεν κράτησε όμως πολύ γιατί πρώτα καταστράφηκαν οι αγωγοί του και μετά η πηγή στέρεψε. Έτσι έγινε το σημερινό υδραγωγείο άνετο και υγιεινό.
Το λαογραφικό μουσείο υλοποιήθηκε ύστερα από πρόταση του κ. Μιχάλη Μιχαηλίδη και Νικόλαο Λατζανάκη του Ιωάννη, και διεκπεραιώθηκε υπό την προεδρία της κα. Κούλας Αγγελάκη.
Στην διεκπεραίωση και διοργάνωση του λαογραφικού μουσείο βοήθησαν τοπικοί και νομαρχιακοί φορείς, καθώς και οι κάτοικοι του χωριού, προσφέροντας ο καθένας ξεχωριστά κειμήλια των προγόνων τους έχοντας μεγάλη αξία για αυτούς.
Στο μουσείο μας μπορείτε να δείτε αντικείμενα που χρησίμευαν στηνκαθημερινή ζωή των κατοίκων της τότε εποχής. Μερικά από αυτά είναι: είδη οικιακής χρήσεως, υφαντά, αργαλειός, γεωργικά εργαλεία, μηχανή γνεσίματος λυχναριού, εργαλεία χειρονακτικών εργασιών, πατητήρι για τα σταφύλια, πιθάρια, κεροστάτη και πολλά άλλα.
Το μουσείο λειτουργεί καθημερινά από τον Απρίλιο έως τον Οκτώβριο από τις 9 το πρωί έως τις 2 το μεσημέρι.
Τηλέφωνο πληροφοριών 28430-51255.
Το 1970 ηλεκτροδοτήθηκε από τη ΔΕΗ το χωριό και το 1972 αυτοματοποιήθηκε από τον ΟΤΕ το τηλέφωνό του. Από το 1979 μέχρι σήμερα η Κοινότητα έχει διανοίξει 23 ερευνητικές γεωτρήσεις για ύδρευση και άρδευση των συνοικισμών της. «…» Το 1972 έγινε δρόμος από την Ανάληψη προς τον Άσπρο Ποταμό. «…» Το 1988 ο Αγροτικός Συνεταιρισμός απέκτησε το σύγχρονο ελαιουργείο του. «…» το 1994 εκτελέστηκε έργο για την διαπλάτυνση και τον εξωραϊσμό της πλατείας των Πεύκων και η διάνοιξη του πεζόδρομου του χωριού.
Ιστορικά αναφέρεται πως το πρώτο ραδιόφωνο ήρθε στο χωριό το 1936 το οποίο κατά την περίοδο της κατοχής ήταν κρυμμένο σε σπίτια και σπηλιές για να μεταδίδει τις ειδήσεις από τα συμμαχικά μέτωπα. Ομοίως η πρώτη τηλεόραση ήρθε στους Πεύκους το 1976. το 1956 και το 1963 ιδρύθηκε και λειτούργησε στους Πεύκους ορεινό Αγροτικό ιατρείο. Τώρα πλέον αυτό λειτουργεί στο Μακρύ Γιαλό και εξυπηρετεί τους κατοίκους του Δήμου.
Ο Άσπρος Ποταμός αναφέρεται σαν ο αρχαιότερος συνοικισμός της περιοχής των Πεύκων. Βρίσκεται χίλια μέτρα βόρεια από τη θάλασσα και τον Μακρύ Γιαλό.
Διηγήσεις λένε ότι τα πολύ παλιά χρόνια ήταν πολύ μεγάλος και οι κάτοικοι του αναγκάστηκαν να τον εγκαταλείψουν γιατί από τη θάλασσα συχνές επιδρομές και καταστροφές. Μετοίκησαν λοιπόν βορειότερα σε μέρη ορεινά, απόμερα και περισσότερο ασφαλή. Ως πρώτοι κάτοικοι της ορεινής περιοχής των Πεύκων αναφέρονται αυτοί του Άσπρου Ποταμού. Η περιοχή είναι πολύ θεαματική, βόρεια τα βουνά, οι λαγκάδες και οι πλαγιές τους είναι καταπράσινες από δάση. Νότια η κοιλάδα φθάνει μέχρι την Ανάληψη και διασχίζεται από τον χείμαρρο Άσπρο Ποταμό στον οποίο οφείλει ο συνοικισμός και το όνομα του.
Όλα τα ερείπια και τα παλιά σπίτια χτισμένα με πέτρες και χώμα έχουν ανακαινιστεί και αναπαλαιωθεί. Είναι τόπος τουριστικός με πολλούς ντόπιους και ξένους επισκέπτες.