Ντύθηκες Μακρυγιάννης τις απόκριες
κι άρχισες να μιλάς για ελευθερία
σ’ εμάς που ακόμα δεν έκλεισαν οι πληγές
και τρέχουν μια πηχτή θανάσιμη ιστορία.
Ήρωά μου, αίνιγμά μου
και στο τρόλεϊ γείτονά μου
ανθρωπάκο καθημερινέ
σ’ έχω συνεταίρο
για τα περαιτέρω
ένοχε μαζί κι αθώε μου εαυτέ.
Έλεγες ήρθα να σας λύσω τα δεσμά
και μες στου Φλόκα είσαι δύο αιώνες
καφέ να πίνεις και η λήθη να κερνά
ποιός θ’ ανταμείψει πια τους τόσους μας αγώνες;
Λέοντας, χαμαιλέοντας κι οδηγητής
κι όλοι ντυμένοι πάντα κάποιον άλλο
εγώ, εσείς κι αυτοί στο τέλος της γιορτής
θα μοιραστούμε της αλήθειας το ρεγάλο.