ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΓΕΝΝΑΡΑΚΗ
Σαββατιάτικη βόλτα με την οικογένεια στο ιστορικό κέντρο της πόλης του Ηρακλείου και με την φωτογραφική μηχανή πάντα στο χέρι αποτύπωνα γωνιές της πόλης, γνώριμες αλλά και διαφορετικές κάθε φορά που τις επισκέπτομαι. στάθηκα πρώτη φορά και κάθησα σε μια καινούργια γωνιά - χώρο - καφενεδάκι πίσω ακριβώς από το νεόδμητο πολιτιστικό κέντρο του Ηρακλείου, στην πλακοστρωμένη και υπο αναγέννηση περίφημη συνοικία του Λάκκου.
Γνώρισα 2 παιδιά ΤΟΝ ΒΑΓΓΕΛΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΔΟΞΙΑ που με μεράκι, με χαμόγελο, δίνουν τον δικό τους αγώνα .
Με μια τσικουδιά που ήπιαμε μου μίλησαν για την ανάγκη της γειτονιάς, για τα ονόματα των γειτόνων που ξέρουν έναν έναν, για την καλημέρα που ακούνε απο τους περαστικούς, για την άτυπη ανάγκη να ξαναγίνει ο λάκκος μια όμορφη γειτονιά.
Ο Λάκκος ήταν μια μικρή απόκεντρη συνοικία στις νοτιοδυτικές παρυφές του Ηρακλείου κοντά στο τμήμα των ενετικών τειχών όπου ευρίσκεται η πύλη Βηθλεέμ (Καρναλίκ Καπί) το φρούριοBaluardo Mardinengo στην περιοχή που είναι τώρα η Yγειονομική Yπηρεσία.
Σε επίσημα έγγραφα στις αρχές του αιώνα η συνοικία αναφέρεται με την ονομασία Σερτουρνά, από το ομώνυμο Τζαμί που είχε κατασκευάσει εκεί στα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας ο Σερτουρνά Ιμπραχήμ Αγάς, ως Βουλισμένη Βρύση, ονομασία που συναντάται συχνά σε σχετικές καταχωρήσεις τοπικών εφημερίδων και προήλθε από την ενετική κρήνη «Βρύση του Λάκκου» που βρίσκονταν στο κέντρο της συνοικίας και επίσης ως Λάκκος.
Mες των ματιών σου τον μπαξέ
όποιος κι αν κάνει βόλτα
δύσκολο να την ξαναβρεί
του γυρισμού την πόρτα
δύσκολο να την ξαναβρεί
του γυρισμού την πόρτα