Ασφαλώς οι περισσότεροι θα έχουμε ακούσει για το περίφημο νυφοπάζαρο του Ηρακλείου και τη χαρακτηριστική του διαδρομή που ξεκινούσε από την οδό Έβανς εκεί που βρίσκεται η σημερινή Λέσχη των Αξιωματικών και κατέληγε στο άγαλμα του Βενιζέλου και συγκεκριμένα στο κέντρο Βαλκάνια.
Μια διαδρομή που φιλοξενούσε αρκετά φωτογραφεία, έτοιμα ανά πάσα στιγμή ν’ απαθανατίσουν τον οιονδήποτε μέσα σε πέντε λεπτά της ώρας και ιδιαίτερα τους υποψηφίους για το χορό του Ησαϊα, γαμβρούς και νύφες. Οι συγκεκριμένοι πλανόδιοι φωτογράφοι είχαν στέκι τους λοιπόν την πλατεία Ελευθερίας, τον κήπο εκεί που είναι το σημερινό πάρκινγκ, απέναντι από το Ιατρικό Κρήτης, αλλά και άλλα σημεία της πόλης, όπως το πάρκο του Θεοτοκόπουλου, αλλά και την πλατεία της Αγίας Αικατερίνης, εκεί όπου υπήρχε ο σταθμός των Υπεραστικών Λεωφορείων. Μια διαδικασία άκρως διασκεδαστική ειδικά για τους γύρω παρευρισκόμενους. Ο υποψήφιος για να φωτογραφηθεί δεν είχε πια δικό του χαρακτήρα, έπαιρνε έναν αλλιώτικο, αφού έχανε την ατομικότητά του. Αιχμαλωτίζονταν στην μαεστρία του πλανόδιου φωτογράφου, ο οποίος βάσει του άγραφου νόμου “περί καλαισθησίας” κανόνιζε τον πελάτη του, ρυθμίζοντας την στάση που θα έπαιρνε κατά τον καλύτερο δυνατόν τρόπο. Δεν είναι και λίγες οι μαρτυρίες πως πολλοί έβγαιναν με διπλό κεφάλι, αλλήθωροι, αλλά και στραβολαίμηδες. Άλλοι πάλι με δυσκολία ανακάλυπταν το πρόσωπό τους ζητώντας το λόγο από το φωτογράφο. Ο καυγάς πολλές φορές γενικεύονταν. Φυσικά ο καλλιτέχνης πάντα είχε δίκιο και ήταν πολύ πειστικός, χάρη στην πάγια φράση του: “Μα ποιος σου είπε να κουνηθείς; Τα ’θελες και τα ’παθες”.
Κάπως έτσι ήταν η υπαίθρια φωτογραφική κίνηση στο παλιό Ηράκλειο, για την οποία θα αναφερθώ στη συνέχεια του κειμένου μου. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά. Ας θυμηθούμε πρώτα τα φωτογραφεία της πόλης μας, τους φωτογράφους εκείνους που προσπάθησαν και πραγματικά πολλοί απ’ αυτούς μας άφησαν έργα τέχνης. Μιλάμε για ασπρόμαυρες καλλιτεχνικές φωτογραφίες, οι οκταήμερες όπως τις έλεγαν, οι διαστάσεις των οποίων ήταν 7Χ10 cm, 10X15 cm, 13X18 cm και 8X24 cm, συνήθως. Οι έγχρωμες φωτογραφίες άρχιζαν να εμφανίζονται μετά το 1974, πρώτα χειροποίητες όπως και οι ασπρόμαυρες, και από το 1980 και μετά αυτοματοποιημένες. Όπως είπαμε οι φωτογράφοι εκείνης της εποχής έδιναν βάση στην καλλιτεχνική φωτογραφία. Φυσικά τα σημερινά μέσα δεν υπήρχαν. Τότε έπρεπε ο κάθε φωτογράφος να έχει τεχνική στο φωτισμό, αισθητική αλλά και φαντασία για ένα καλό αποτέλεσμα. Θα θυμούνται οι παλιότεροι μετά το Μυστήριο του Γάμου το ζευγάρι που έμπαινε στο στολισμένο με λευκές κορδέλλες και άνθη ταξί, να πηγαίνει στο Ατελιέ για τις νυφικές ασπρόμαυρες φωτογραφίες. Κι εκεί ο καλλιτέχνης αναλάμβανε δράση. Κατευθύνονταν στη φωτογραφική μηχανή με τη φυσούνα, βλέποντας πίσω στο θαμπόγυαλο αντεστραμμένο το ζευγάρι που επρόκειτο να φωτογραφηθεί και έβαζε το σασί με φωτογραφικές πλάκες αναλόγου μεγέθους 10Χ15 εκ. ή 13Χ18 εκ., οι οποίες τυπώνονταν στον σκοτεινό θάλαμο, στον τύπο εξ επαφής. Ο φωτογράφος όμως είχε και άλλες φροντίδες, όπως οι φωτοσκιάσεις, η μέτρηση του φωτισμού και προπάντων το ρετουσάρισμα που έκανε. “Ρετούς” όπως το έλεγαν, και είχε ως σκοπό να διορθωθούν κάποιες ατέλειες πάνω στις φωτογραφικές πλάκες. Μια τεχνική που είχε σκοπό την ωραιοποίηση αφού πολλά μπορούσαν σχεδόν να διορθωθούν. Κάποια στραβή μύτη, ή η άγρια νεανική επιδερμίδα, επόμενο ήταν να δεχθούν τις επιδράσεις του “ρετούς”. Τα χρόνια περνούσαν και η τέχνη της φωτογραφίας εξελίχθηκε, τα φιλμ βελτιώθηκαν και φθάσαμε στο σημερινό τρόπο επεξεργασίας με την ψηφιακή φωτογραφία που γίνεται μέσω του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Ποιά όμως ήταν τα φωτογραφεία του παλιού Ηρακλείου; Πού βρίσκονταν; Τί γνωρίζουμε για τους φωτογράφους;
Σύμφωνα με υλικό που βρίσκεται στο τμήμα των Αρχείων της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης, ένας από τους παλιούς φωτογράφους του Ηρακλείου ήταν ο Τούρκος Μπεχαεντήν ή Μπεχά όπως τον αποκαλούσαν. Είχε το φωτογραφείο του στην οδό Δαιδάλου. Σύμφωνα με μαρτυρίες παλαιοτέρων το φωτογραφείο ήταν πάνω στο Αραβικό Τείχος. Ο Μπεχάς είχε βγάλει πολλές φωτογραφίες τοποθεσιών, διαφόρων σημείων και επίσης απαθανάτισε πολλά και σπουδαία γεγονότα, επίκαιρα θα έλεγα της εποχής. Πολλές φωτογραφίες του φέρουν το όνομά του και την ημερομηνία λήψης.
Μπεχαεντήν ή Μπεχά
Ένας άλλος είναι ο Γιάννης Μαραγιάννης, του οποίου διασώζονται δείγματα της σπουδαίας δουλειάς. Ο Γιώργος Μαρκουλάκης και ο Κώστας Μαρκουλάκης είχαν βγάλει μια σειρά σημαντικών φωτογραφιών. Τέτοιες φωτογραφίες μας φέρνουν στη μνήμη διάφορα σημαντικά ιστορικά γεγονότα που βίωσε η πόλη μας. Π.χ. η σφαγή της 25ης Αυγούστου, διάφορες εορταστικές εκδηλώσεις με πρωταγωνιστές τους Τούρκους, η παράδοση του Ηρακλείου στους Άγγλους στις Τρεις Καμάρες, και άλλες. Επίσης ο Στρατής Καλογερίδης, που εκτός από δεξιοτέχνης μουσικός υπήρξε και καλλιτέχνης φωτογράφος. Το φωτογραφείο του πρώτα ήταν στην Ταξιάρχου Μαρκοπούλου και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην πλατεία Ρήγα Φεραίου στους ευκαλύπτους, όπου σήμερα στεγαζεται η εφημερίδα “ΠΑΤΡΙΣ”. Και συνεχίζουμε με τους νεότερους φωτογράφους, πάντα αυτούς που είχαν φωτογραφείο, γιατί όπως θα δούμε παρακάτω υπήρχαν και άλλες Κατηγορίες. Ο Νίκος Λαμπρινίδης που πήρε το φωτογραφείο από τον Μαραγιάννη στην ίδια πλατεία που προανέφερα. Πιο κάτω στο Πλατύ Σοκάκι, όπως έλεγαν οι Καστρινοί την οδό Κατεχάκη, είχε το φωτογραφείο του ο Κωνσταντινουπολίτης Νίκος Τσελεπίδης. Ακόμα μεταπολεμικά καλοί φωτογράφοι ήταν τα δυο αδέλφια, οι
Αγγελόπουλοι και κάποιος Μπαλασάκης. Στην οδό Αβέρωφ και Σμύρνης το φωτογραφείο του Χρυσόστομου Στεφανάκη με ποιοτικά αποτελέσματα. Ένας άριστος τεχνίτης ήταν ο Μακροδημήτρης που είχε το Foto Studio. Φεύγοντας ο ίδιος, το φωτογραφείο περιήλθε στο Μανόλη Φραγκιαδάκη και στο Νίκο Παπανικολάου στην οδό 1821. Ο Μακροδημήτρης έβγαζε καλλιτεχνική φωτογραφία και ήταν άριστος ρετουσέρ. Εξαιρετικό και ποιοτικό το φωτογραφείο του Δελληγιαννάκη που βρίσκονταν απέναντι από το Εργατικό Κέντρο. Στη Χανιώπορτα στην οδό Μάχης Κρήτης ήταν το φωτογραφικό εργαστήρι του Γιώργη και Γιάννη Σωπασή. Ειδικότητά του η 8ήμερη φωτογραφία αλλά και το ρετουσάρισμα με το οποίο κυρίως ασχολούνταν ο Γιώργης Σωπασής. Στον Πόρο ήταν οι αδελφοί Σηφάκη, οι οποίοι κυρίως ασχολούνταν με μεγεθύνσεις φωτογραφιών. Το εργαστήριο ακόμα του Μανόλη Μαυράκη. Ειδικός στην 8ήμερη φωτογραφία και με καλλιτεχνικό εργαστήριό της ήταν ο Ρογδάκης Ιωάννης στην οδό Ρόδων. Μια καθαρά οικογενειακή επιχείρηση με ιδιαίτερη ασχολία για τη φωτογραφία ήταν τ’ αδέλφια Γώγος και Μηνάς Χουστουλάκης, οι οποίοι είχαν κι ένα μεγαλύτερο αδελφό. Πολύ μεγάλη προσφορά στο χώρο αυτό τόσο από τους ίδιους όσο και από το Στέλιο Χουστουλάκη, γιό του Γώγου, ο οποίος διατηρεί ακόμα και σήμερα φωτογραφείο στην οδό Έβανς, απέναντι από τη Λέσχη Αξιωματικών. Επίσης υπήρχε το Foro Ωραίον, εκεί που βρίσκεται το σημερινό Ιατρικό Κρήτης. Ιδιοκτήτης του ήταν ο Γιάννης Κουλάτσογλου μαζί με τον αδελφό του Ανδρέα για κάποιο χρονικό διάστημα. Ένας καλλιτέχνης φωτογράφος στην πλατεία Κορνάρου ήταν ο Αθανάσιος Φωτόπουλος, ο οποίος ήταν και εξαιρετικός ζωγράφος. Συνήθως στα έργα του χρησιμοποιούσε το κάρβουνο. Στην οδό Αβέρωφ ήταν το φωτογραφείο του Βασίλη Καρούζου. Βέβαια η συγκεκριμένη οδός ήταν γεμάτη από φωτογραφεία κυρίως κατά τη δεκαετία του εξήντα. Θα τη χαρακτηρίζαμε ως στέκι των φωτογραφείων. Ο Αλέξανδρος Μπαμπιονιτάκης και στη συνέχεια ο γιος του Γιώργος διατηρούσαν φωτογραφείο επί της οδού Αβέρωφ με την επωνυμία Foto Paris. Ο τελευταίος διετέλεσε και αντιπρόεδρος στο σύλλογο Φωτογράφων. Ο Νίκος Χριστοδουλάκης επίσης, εκεί που σήμερα είναι το Savodor κι αυτός επί της οδού Αβέρωφ. Ακόμα το Foto Ελλας στην πλατεία Κορνάρου του Κώστα Χριστοδουλάκη. Στην πλατεία Καλλεργών, λίγο πριν φτάσουμε στη Λότζια, στο υπόγειο του πρώην πρακτορείου Mika Travel ήταν το Foto Αθηναϊκόν για 8ήμερη φωτογραφία, κατάστημα που ανήκε στους Ευστράτιο (Στράτο) και Νίκο Κοντοχριστοφή. Από το 1925 στην οδό 1821 υπήρξε το φωτογραφείο του Καραμπέτ. Έκλεισε τη δεκαετία του 1990. Το εργαστήριο είχε ο γέρο Καραμπέτ, Αρμενικής καταγωγής και στη συνέχεια ο ανιψιός του. Ανεβαίνοντας την 1821 ήταν αριστερά, πριν από τα φανάρια. Έκανε καλλιτεχνική φωτογραφία, δούλευε την 8ήμερη και είχε μεγάλη ειδικότητα σε φωτογραφίες ταυτοτήτων. Το κατάστημα του Γιώργου Φραγκιαδάκη στην οδό Αβέρωφ το οποίο υπάρχει και σήμερα. Ο ιδιοκτήτης του διετέλεσε και πρόεδρος στο σύλλογο Φωτογράφων για 23 ολόκληρα χρόνια. Σήμερα φέρει τον τίτλο του επιτίμου προέδρου. Ο Ουστογιαννάκης Γεώργιος είχε το Studio Alfa στην πλατεία Κορνάρου. Έκανε όμως και τον πλανόδιο φωτογράφο με τρίποδα πιο παλιά. Λέγεται ότι κατά την δεκαετία του 1950 και μετά, εργάστηκε και ως ρεπόρτερ της εφημερίδας “ΠΑΤΡΙΣ”. Στο σημερινό κατάστημα του Μαντωνανάκη ο Κων/νος Ξυστράκης διατηρούσε το δικό του εργαστήριο με την επωνυμία Studio Χόλλυγουντ. Μεγάλη μορφή ήταν ο Μάρκογλου Γιώργος. Θεωρούνταν ότι έκανε το καλύτερο ρετούς. Χαρακτηριστικά λέγεται ότι με τρεις μολυβιές διόρθωσε τα πάντα πάνω στη φωτογραφική πλάκα. Είχε ως συνεργάτη του τον Δημητριάδη και κατοπινό συνεταίρο του. Ο Μάρκογλου είχε φωτογραφείο πρώτα στην Καλοκαιρινού, μετά στην Αβέρωφ και μετά Ακαδημίας. Σήμερα ο γιός του Δημήτρης διατηρεί κατάστημα επί της Παπαναστασίου. Μεγάλοι επίσης καλλιτέχνες υπήρξαν οι Γιώργος Ξυλούρης με εργαστήριο στον πεζόδρομο της Αργυράκη, κοντά στο κατάστημα του Ρεστάκη και φυσικά εξαίρετος και νεότερος είναι ο Μίμης Τρικουράκης με εργαστήριο που διατηρεί ακόμα και σήμερα στο Μασταμπά, άριστος γνώστης της ψηφιακής φωτογραφίας. Ο Βασίλης Δρόσος, γνωστός κι αυτός για την καλή δουλειά του. Πολλές φορές βλέπουμε φωτογραφίες του σε εκδρομές που διοργανώνει ο Ορειβατικός Σύλλογος. Ο Δρόσος παλιότερα διατηρούσε το εργαστήριό του στην οδό Δικαιοσύνης, αργότερα μεταφέρθηκε στην πλατεία Κορνάρου και τελευταία στην οδό Θερίσου.
Τελειώνω με το φωτογραφείο του Γιώργου Ιωακειμίδη, έχοντας από το 1936 που άνοιξε, την επωνυμία Foto Ιωακειμίδης. Φωτογραφείο δεύτερης γενιάς και εύχομαι, πράγμα που το βλέπω άλλωστε, να έχει και συνέχεια. Η παράδοση συνεχίζεται σήμερα από τους γιους του Αλέξανδρο, Θεόδωρο και Ιωάννη. Ο Γιώργος Ιωακειμίδης ήρθε από τη Σμύρνη σε ηλικία πέντε χρόνων. Το συγκεκριμένο φωτογραφείο πάντα λειτουργούσε επί της οδού Δικαιοσύνης 31 όπου βρίσκεται και σήμερα με μια εξαίρεση όταν είχε μεταφερθεί κάποτε παραδίπλα, εκεί που σήμερα βρίσκεται το κατάστημα κοσμημάτων και ρολογιών του μακαρίτη Νίκου Στειακάκη. Πολλοί είναι εκείνοι που μαθήτευσαν αλλά και συνεργάστηκαν με το Γιώργο Ιωακειμίδη.
Υπήρχαν οι μόνιμοι συνεργάτες του, οι “στρασαδόροι” όπως τους έλεγαν, που γύριζαν σε γλέντια και σε διάφορες εκδηλώσεις και έβγαζαν φωτογραφίες τις οποίες εμφάνιζαν στο φωτογραφείο του. Τις παρελάσεις τις απαθανάτιζε ο ίδιος ο Ιωακειμίδης, ο οποίος έκανε και χονδρικό εμπόριο σε συναδέλφους του φωτογράφους αλλά και σε πλανόδιους. Πουλούσε μηχανές, χαρτί, χημικά, εκτυπωτικά μαυρόασπρα μηχανήματα και ό,τι άλλο απαιτούσαν οι περιστάσεις.
Έχουμε κάνει λοιπόν αναφορά σε φωτογράφους που είχαν το εργαστήριό τους και αναφερθήκαμε στους στρασαδόρους που ήταν αυτοί οι οποίοι έβγαιναν έξω και φωτογράφιζαν. Σας αναφέρω μερικά ονόματά τους και ζητώ συγνώμη για κάποιο ανθρώπινο λάθος μου. Αυτοί ήταν ο Άλκης, ο Λεωνίδας, ο Ανδρέας Κουλάτσογλου, ο Δημήτρης Λιόντος και φυσικά ο πανταχού παρών Νίκος Μαλτεζάκης. Κάποιοι ερασιτέχνες φωτογράφοι επίσης, οι οποίοι είχαν ξεχωριστό μεράκι. Πρόκειται για τον οδοντίατρο Μιχάλη Νικηφοράκη και το γυμναστή Γιώργο Δραμουντάνη. Άφησα τελευταία την κατηγορία των πλανόδιων φωτογράφων, των εραστών της στιγμιαίας φωτογραφίας. Αυτοί που έχοντας για παρέα το τρίποδο και φυσικά τη μηχανή τους αλλά και μια λιτή καρέκλα, πέρασαν πολλά καλοκαίρια αλλά και ισάριθμους χειμώνες σε πλατείες και πάρκα, ταγμένοι πάντα στο καθήκον τους.
Η μηχανή τους στηριγμένη στον τρίποδα, πίσω είχε ένα άνοιγμα μ’ ένα μακρύ μαύρο πανί σαν μανίκι, όπου ο φωτογράφος έβαζε το χέρι του και έκανε την εμφάνιση, τη στερέωση και φυσικά την εκτύπωση της φωτογραφίας. Σύνεργά τους, ένα μαύρο πανί που κουκουλώνονταν οι ιδιοι για να μην “πάρει φως” η πλάκα, ένα στρογγυλό κουτί συνήθως από σαρδέλες παστές, ή ένα μικρό κουβαδάκι, που είχαν μέσα νερό για το πλύσιμο των φωτογραφιών. Ακολουθούσε το σκούπισμα μ’ ένα πανί και μετά το στέγνωμα. Πιάτσα, όπως προανέφερα, των πλανωδίων, οι Τρεις Καμάρες, η πλατεία Δασκαλογιάννη, η πλατεία της Αγίας Αικατερίνης όπου ήταν και ο σταθμός των Υπεραστικών Λεωφορείων αλλά και το πάρκο Θεοτοκόπουλου. Πλανόδιοι φωτογράφοι υπήρξαν ο Σάββας, ο Παύλος Δημητρίου του Αβραάμ, αλλά και ο Γιώργος Ουστογιαννάκης προτού ανοίξει δικό του φωτογραφείο το Studio Alfa, όπως είπαμε πιο μπροστά.
Αυτοί είναι οι φωτογράφοι μας λοιπόν, κι εκείνες οι μοναδικές τους φωτογραφίες, που κυριολεκτικά περιγράφουν μια ολόκληρη και ζωντανή πορεία. Σήμερα οι φωτογραφικές μηχανές και οι φωτογραφίες εκσυγχρονίστηκαν, όπως και τόσα άλλα. Δεν μας πειράζει όμως αυτό να θυμόμαστε εμείς εκείνες τις όμορφες ρομαντικές εποχές, εκείνο το περίεργο “τακτ” και την όμορφη και συμπαθέστατη μορφή των φωτογράφων, πλανόδιων και άλλων, που δεν υπάρχουν πια! Που χάθηκαν μέσα στο πέρασμα του σκληρού χρόνου. Όμως μας άφησαν μνήμες μοναδικές! Θεωρώ χρέος μου να ευχαριστήσω παλιούς και νέους φωτογράφους, όπως την οικογένεια του Γιώργου Ουστογιαννάκη, τον Γιώργη Σωπασή, τον Μίμη Τρικουράκη, τους καταδεκτικούς και πάντα πρόθυμους αδελφούς Ιωακειμίδη, τον πάντα επίκαιρο Μηνά Βαρδαβα, τον γνωστό Μήβα που από δημοσιεύματά του άντλησα σημαντικές πληροφορίες. Ακόμα παλιούς, και πάντα πρόθυμους παλιούς Καστρινούς και γενικά όλους εσάς! Δεν έχει καμιά σημασία:
ΠΗΓΗ - ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΗΜΗΤΡΗ ΣΑΒΒΑ