Το εκκλησάκι του Αγ. Σώζοντος που βρίσκεται στο βραχώδες ακρωτήριο συνδέονται αρκετοί θρύλοι και παραδόσεις που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο λαογραφικής μελέτης. Η πιο γνωστή από αυτές αναφέρεται σε ένα πλοίο που η σφοδρή τρικυμία το παρέσυρε κοντά στα βράχια με κίνδυνο να εξοκείλει. Ο πλοίαρχος επικαλέσθηκε τη βοήθεια του αγίου της ημέρας και υποσχέθηκε να κτίσει ένα ναό με μέλι και γάλα, αν σωθεί.
Το πλοίο σώθηκε και ο καπετάνιος που απέδωσε τη σωτηρία του στον άγιο της ημέρας, τον Αγ. Σώζοντα, εκπλήρωσε το τάμα του, κτίζοντας το μικρό εκκλησάκι στην άκρη της θάλασσα πάνω στους θαλασσοδαρμένους βράχους. Στο βόρειο άκρο, το μέτωπο του απότομου βράχου προς τη θάλασσα είναι σημαδεμένο με τρεις λευκούς σταυρούς, ορατούς ακόμα και σήμερα από τα διερχόμενα σκάφη, που σύμφωνα με την τοπική παράδοση έγιναν από τον διασωθέντα καπετάνιο.
Παλαιότερα η μετάβαση στο Προσκύνημα είχε περισσότερο οργανωμένη μορφή.
Οι πιστοί από το Ηράκλειο και την Αγ. Πελαγία μπορούσαν να μεταβούν στον ιδιαίτερα δυσπρόσιτο χώρο του ακρωτηρίου με πλοιάρια που πραγματοποιούσαν συχνά δρομολόγια.
Ακόμη και σήμερα πολλοί προσεγγίζουν το χώρο με διαφόρων ειδών σκάφη, ενώ δεν είναι λίγοι αυτοί που ακολουθούν τα σβησμένα πια ίχνη του δύσβατου μονοπατιού των παλιών προσκυνητών.
Δίπλα στο εκκλησάκι βρίσκεται ο παλιός φάρος που κατασκευάστηκε το 1921 και λειτούργησε συστηματικά έως το 1949. Ο φάρος του Αγ. Σώζοντος χτίστηκε ταυτόχρονα με το Φάρο του ακρωτηριού Λίθινο και του ακρωτηρίου Κουφονησιού, ως αποτέλεσμα των νέων αναγκών που δημιουργήθηκαν για εγκατάσταση φάρων κατά τη Μικρασιατική εκστρατεία, προκειμένου να εξυπηρετήσουν τις αποστολές πλοίων στα νησιά του Αιγαίου και τις ακτές της Μικράς Ασίας.
Στις μέρες μας, σώζεται μόνο μια απλή μεταλλική κατασκευή διαβρωμένη από την αλμύρα της θάλασσας. Το παλιό μπαλκόνι του Φάρου καταστράφηκε από τους Γερμανούς, οι οποίοι το χρησιμοποίησαν σαν στόχο βολής.