Το χωριό βρίσκεται στη πλαγιά του Βρύσινα σε υψόμετρο 300 μέτρων και σε απόσταση 9 χιλιόμετρα από το Ρέθυμνο με 374 κατοίκους. Το 1583 καταγράφονται 157 κάτοικοι. Στον οικισμό με την υπέροχη θέα στο Κρητικό πέλαγο υπάρχουν πολλά Βενετσιάνικα σπίτια, μια κρήνη του 17ου αιώνα και ο ναός των Εισόδων της Θεοτόκου, όπου σώζονται αρκετές τοιχογραφίες.
Το Ρουσσοσπίτι, το «μπαλκόνι του Ρεθύμνου», όπως το αποκαλούν πολλοί, λόγω της μοναδικής θέας που προσφέρει, βρίσκεται σε απόσταση 5,5 χμ. από την πόλη του Ρεθύμνου και σε υψόμετρο 300 μ. Ακολουθώντας την οδό Θεοτοκοπούλου, μετά από 10 περίπου λεπτά βρίσκεται κανείς στον οικισμό, αφού προηγουμένως έχει περάσει από τα Μικρά Ανώγεια και τη Μονή της Αγίας Ειρήνης. Υπάρχει και άλλη διαδρομή, 9 χμ., από τον κόμβο Μισιρίων, περνώντας από τη Μονή Χαλεβή
Ο οικισμός αναφέρεται την περίοδο της Βενετοκρατίας, το 1577 από τον Fr. Barozzi και από τον Πέτρο Καστροφύλακα ως Russospiti. Το 1583 βρίσκεται να έχει 157 κατοίκους και 308 οφειλόμενες αγγαρείες. Στη φρουριακή έκθεση του 1633 αναγράφεται ότι μαζί με το χωριό Χρωμοναστήι επανδρώνει με 5 άνδρες τη φρουριακή θέση «Μεσολιβάδι». Στην τούρκικη απογραφή του 1659, αναφέρεται ως Rusispiti με 24 σπίτια. Στην απογραφή του Νικόλαου Σταυρινίδη το 1881, φαίνεται να ανήκει στο Δήμο Χρωμοναστηρίου και να έχει 61 οικογένειες και 240 κατοίκους (110 άνδρες, 130 γυναίκες). Απ’ αυτές, 47 οικογένειες και 184 κάτοικοι ήταν χριστιανοί και 14 οικογένειες και 56 κάτοικοι Μουσουλμάνοι. Το 1900 υπάγεται στο Δήμο Βρυσιναίων και έχει 221 κατοίκους, ενώ το 1920 αποτελεί έδρα ομώνυμου αγροτικού Δήμου με 307 κατοίκους. Το 1928 γίνεται έδρα κοινότητας με 358 κατοίκους. Από το 1998, μετά το σχέδιο «Καποδίστριας», ανήκει στο Δήμο Ρεθύμνου.
Σύμφωνα με την παράδοση, στο κάτω χωριό, υπήρχε ένα σπίτι που ήταν βαμμένο «ρούσσο», δηλαδή, κόκκινο. Η δεύτερη εκδοχή αναφέρει ότι μια Ρωσίδα, λόγω του υγιεινού κλίματος του χωριού και μετά από σύσταση των θεραπόντων γιατρών της, εγκαταστάθηκε στο χωριό για να αναρρώσει. Τόσο όμως της άρεσε το χωριό, ώστε μετά την ανάρρωσή της έχτισε σπίτι και έμεινε εκεί μέχρι το τέλος της ζωής της. Λέγεται μάλιστα ότι σε ερειπωμένο σπίτι του χωριού υπάρχει το οικόσημό της.
Το χωριό, όπως προείπαμε, δημιουργήθηκε τα χρόνια της Ενετοκρατίας. Η ενετική παρουσία διατηρείται ακόμα έντονα. Σώζονται θυρώματα και φρουριακού χαρακτήρα προσόψεις, ένα εντυπωσιακό θολωτό «διαβατικό» (sottoportico) καθώς και εντυπωσιακές καμινάδες σε στυλ Sebastian Serlio. Παλαιότερα, όπως αναφέρει η Αργινή Φραγκούλη, σωζόταν εντυπωσιακό οικιακό συγκρότημα που όλη η κεντρική εξωτερική του επιφάνεια ήταν στολισμένη με κυανόχρωμα ψηφιδωτά, που παρίσταναν γόνδολες. Σε μια άλλη οικία, με πηγάδι, τζάκι και περίτεχνη καμινάδα, υπήρχαν σκαλισμένα στην είσοδό της δελφίνια.
Τα χρόνια της Τουρκοκρατίας το μεγάλο κτηριακό συγκρότημα, αποτέλεσε οικία του Τούρκου πασά Χάτζαλη. Στις 14 Απριλίου 1822, στην τοποθεσία «Πέταλλο», πιάστηκαν αιχμάλωτοι ο Γάλλος φιλέλληνας Βαλέστρα και ο Κόκκινος (Χίος), αφού μετά από σκληρή μάχη οι Τούρκοι είχαν σκοτώσει 110 Κρητικούς. Κατά την επανάσταση του 1866, στις 29 Αυγούστου, έγινε μεγάλη μάχη στην περιοχή. Επικεφαλής των επαναστατών ήταν ο παπά-Μαρουλιανός και ο Διογένης Μοσχοβίτης, ο οποίος έπεσε στη μάχη. Τον επόμενο χρόνο, στις 22 Απριλίου 1867, νέα φονική μάχη στην περιοχή, όπου σκοτώθηκε ο Κωστής Ακουμιανός και τραυματίστηκε ο Πάνος Κορωναίος. Κατά την επανάσταση του 1866, οι Τούρκοι έκαψαν το χωριό. Οι κάτοικοί του το εγκατέλειψαν και τέσσερα χρόνια αργότερα επέστρεψαν και το ξανάχτισαν. Λίγα χρόνια αργότερα, στην επανάσταση του 1896, οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν, για μια ακόμη φορά, τις εστίες τους για να αποφύγουν τη μανία των Τούρκων. Οι συλληφθέντες κάτοικοι του Ρουσσοσπιτίου, γλίτωσαν το θάνατο, χάρη στην παρέμβαση του επισκόπου Διονύσιου Κστρινογιαννάκη. Από τη μανία των Τούρκων δεν γλίτωσε ούτε η εκκλησία της Παναγίας, αφού με τις λόγχες τους έβγαλαν τα μάτια των αγίων από τις τοιχογραφίες του ναού.
Η κρήνη βρίσκεται στο κάτω χωριό και υπολογίζεται ότι κατασκευάστηκε τον 17ο αιώνα. Είναι φτιαγμένο από ντόπιο ασβεστόλιθο και συνδέεται άμεσα με δεξαμενή αποθήκευσης νερού.
Η κύρια όψη της έχει μορφή ναόσχημου οικοδομήματος. Δίδυμοι κορινθιακοί ραβδωτοί κίονες, με βάσεις και κιονόκρανα που έχουν υποστεί μεγάλη αλλοίωση λόγω της διάβρωσης, πλαισιώνουν μεγάλη ημικυκλική κόγχη που καταλήγει σε διακοσμητική «αχιβάδα». Η κατασκευή επιστέφεται από θριγκό, αποτελούμενο από επιστύλιο, διακοσμημένο με απλό ευθύγραμμο κυμάτιο, ζωφόρο, της οποίας μοναδική διακόσμηση αποτελεί ο έκτυπος γεωμετρικός ρόμβος στο κέντρο της και τέλος από οριζόντιο γείσο. Η νάοσχημη κατασκευή εδράζεται σε ψηλό βάθρο, ύψους 60 εκ. από το έδαφος, το οποίο στην αρχική του μορφή έφερε εγχάρακτο γεωμετρικό διάκοσμο κάτω από τις βάσεις των κιόνων. Στο κεντρικό τμήμα, που εισέχει ελαφρά, διακρίνεται ο ανάγλυφος κρουνός έκκρισης του νερού. Διαμορφώνεται κι αυτός ως προσωπίδα, όπως οι κρουνοί της κρήνης Rimondi. Ο Ιταλός αρχαιολόγος G. Gerola αναφέρει για την κρήνη ότι «είναι χαριτωμένη αλλά κατάξερη».
Η σημερινή γούρνα αποτελεί μεταγενέστερη προσθήκη. Νέα κατασκευή είναι και η πρόχειρη τοιχοποιία εκατέρωθεν της κρήνης , που πρέπει να αντικατέστησε την επιμελημένη και επιχρισμένη αρχική τοιχοποιία. Το νερό τρέχει μέχρι σήμερα στη γούρνα από μεταλλικό σωλήνα που έχει τοποθετηθεί στο στόμιο του αρχικού κρουνού.
Το Δημοτικό Σχολείο είναι το κτήριο που δεσπόζει στο χωριό, αφού είναι υπερυψωμένο και βρίσκεται στο κέντρο του οικισμού, χτισμένο σε πευκοφυτεμένο οικόπεδο 2,5 στρεμμάτων.
Το Δημοτικό Σχολείο Ρουσσοσπιτίου ιδρύθηκε το 1889, ως μονοτάξιο Σχολείο, όπως μαρτυρά το μαθητολόγιο που σώζεται σε καλή κατάσταση. Μέχρι το 1910 στεγαζόταν σε ιδιωτικές κατοικίες του χωριού, ενώ εκείνη τη χρονιά αγοράστηκε ανώγεια κατοικία για να στεγαστεί το σχολείο. Ο χώρος σήμερα ανήκει στο Δήμο και στέγαζε παλιότερα το κοινοτικό κατάστημα του οικισμού. Το ίδιο διάστημα λειτουργούσε στον οικισμό και μουσουλμανικό Σχολείο για τους μωαμεθανούς μαθητές.
Το Σχολείο που υπάρχει σήμερα, θεμελιώθηκε το 1927, ενώ το 1931, ημιτελές ακόμα, στέγασε για πρώτη χρονιά τους μαθητές. Οι εργασίες αποπεράτωσης ολοκληρώθηκαν το 1940. Χαρακτηριστικό είναι δημοσίευμα της εφημερίδας Κρητική Επιθεώρηση της 24-11-1934, όπου οι κάτοικοι «ζητούν πίστωσιν κρατικήν 20 χιλ. δρχ. προς αποπεράτωσιν του χρήζοντος αμμοκονιαμάτων ωραίου Διδακτηρίου». Το συσσίτιο για τους μαθητές της εποχής παρασκευαζόταν στο χώρο που σήμερα βρίσκονται οι ταχυδρομικές θυρίδες του χωριού, σε κοιλότητα, έξω και κάτω από τον μαντρότοιχο του Σχολείου.
Το Σχολείο έφτασε στη μέγιστη ακμή του τη δεκαετία του 50-60, αλλά πριν από μερικά χρόνια κινδύνεψε να κλείσει, αφού λειτουργούσε ως μονοθέσιο με ελάχιστους μαθητές. Με το πείσμα όμως και την επιμονή των κατοίκων και των εκπαιδευτικών του Σχολείου, η κατάσταση άλλαξε και τα τελευταία χρόνια έχει αύξηση μαθητών. Το σχολικό έτος 2009-10 λειτουργεί ως πενταθέσιο με 55 μαθητές, ενώ για τα επόμενα χρόνια προβλέπεται και άλλη αύξηση του μαθητικού πληθυσμού.
Το γεγονός αυτό οδήγησε την Πολιτεία στην εξαγγελία κατασκευής νέου εξαθέσιου Δημοτικού Σχολείου συνολικού εμβαδού 1.600 τ.μ. σε δημοτική έκταση απέναντι από το Νηπιαγωγείο του οικισμού.
ΠΗΓΗ - http://www.rethymno.gr