Τότε στις γειτονιές του Ηρακλείου τα σπίτια δεν κλείδωναν, ούτε είχαν εσωτερικές πόρτες. Έφευγε η νοικοκυρά να ψωνίσει και η πόρτα έμενε ανοικτή με το κλειδί επάνω. Εάν την έψαχνε η γειτόνισσα, έμπαινε μέσα στο σπίτι, τη φώναζε και αν δεν την έβρισκε έφευγε. Το άλλο χαρακτηριστικό της γειτονιάς ήταν το σκουτελικό.
Όταν μια γυναίκα έφτιαχνε ένα ωραίο φαγητό, απαραίτητα πήγαινε ένα πιάτο στην γειτόνισσα, φίλη της. Και βέβαια τα πιάτα επέστρεφαν σπίτι με άλλο σκουτελικό από τις γειτόνισσες.
Τα βράδια, στο Ηράκλειο του χθές, ελάχιστα έως καθόλου υπήρχαν τηλεοράσεις στα σπίτια.ή για να το πούμε πιο σωστά, ίσως να υπήρχε σε κάποιο καφενείο.
Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ότι ο κόσμος έκανε βεγγέρες. Οι γυναίκες έβγαιναν με τα κεντητά τους στις αυλές των σπιτιών, που ευωδίαζαν από τα λουλούδια στις γλάστρες και έπιαναν κουβέντα μεταξύ τους. Απο αφηγήσεις παλαιοτέρων Ηρακλειωτών, μεταφέρουμε οτι τότε άκουγες το πρωί την λέξη καλημέρα, το πρωί σε ξυπνούσε ο κόκκορας του γείτονα και δεν νευρίαζες, άκουγες τον Γαλατά να έρχεται, τις ρόδες απο τα κάρα να κυλούν σε δρόμους / σοκκάκια.
Πέρασαν τα χρόνια και απο το Ηράκλειο του χθές φθάσαμε στο Ηράκλειο του σήμερα
αλλά και αυτό με τον καιρό του χθές θα γίνει και η ζωη θα συνεχίζεται, αλλά εκείνες τις εικόνες του χθές, τους ήχους που χάθηκαν απο τα αυτιά μας και μόνο στην μνήμη μας έμειναν δεν θα ξανάρθουν.
Σαν παιδιά παίζαμε στην παιδική χαρά της Οασης την δεκαετία του 1980, και ακούγαμε τις πάπιες, το νερό, τα ελάφια να παίζουν μεταξύ τους και να διασταυρώνουν τα κέρατα τουςτα μαιμουνάκια να φωνάζουν, τα πουλιά να πετούν στα δέντρα. Και βέβαια δεν ακούγαμε ήχους αυτοκινήτων και κόρνες χωρίς σκοπό. Το νοσταλγικό Ηράκλειο με τους ήχους, τις εικόνες και τις μυρωδιές που έφυγαν και έμειναν στην θύμηση μας. Στο Ηράκλειο του χθές τα σπίτια είχαν αυλές, τα μπαλκόνια είχαν λουλούδια, οι δρόμοι είχαν περισσότερα δέντρα και ο ήλιος καθαρότερο φώς.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ / ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ
ΑΝΤΩΝΗΣ ΓΕΝΝΑΡΑΚΗΣ