Η Σπιναλόγκα άρχισε νά λειτουργή βάσει τού Νόμου 463/7.6.1903 τής Κρητικής Πολιτείας, από τίς 13 Οκτωβρίου τού 1904, ημέρα κατά τήν οποία επιβιβάσθηκαν στό νησί οι πρώτοι 66 ασθενείς, προερχόμενοι όλοι από τήν Κρήτη. Στό άρθρο 8 τού υπ'αριθμ. 166/18-11-1903 Διατάγματος προβλεπόταν: "Διά τήν τέλεσιν τών Μυστηρίων καί τάς Λειτουργίας κατά Κυριακάς καί εορτάς θέλει ορισθή υπό τού Σεβ. Μητροπολίτου Κρήτης ιερομόναχος μισθοδοτούμενος υπό τού Δημοσίου αντί δραχμών κατά μήνα 60, ο οποίος υποχρεούται νά παραμένη διαρκώς επί τής νησίδος".
Μόλις ανακοινώθηκε η απόφαση τής Κρητικής Πολιτείας νά μεταφέρη στήν Σπιναλόγκα τούς ασθενείς λεπρούς τής Κρήτης, ο τότε επίσκοπος Πέτρας καί μετέπειτα Μητροπολίτης Κρήτης Τίτος, πήγε στήν Σπιναλόγκα γιά επιτόπια έρευνα καί φρόντισε νά ανακαινισθή ο ναός τού Αγίου Παντελεήμονος, πού βρισκόταν εκεί, ενώ, πρίν ακόμη συγκεντρωθούν εκεί οι ασθενείς, πήγε μέ μιά πολυάριθμη ομάδα από τό ποίμνιό του καί έκανε τά εγκαίνιά του.
Στό τέλος, είπε ο Επίσκοπος στούς παρευρισκομένους: "Τά εγκαίνια έγιναν, αλλά θά βρούμε ιερέα;"Τότε σηκώθηκε ο παπα-Μανώλης Ψαράκης, εφημέριος στήν Νεάπολη, έδρα τής Επισκοπής, καί τού είπε: "Εγώ, Θεοφιλέστατε, εγκαταλείπω τήν ενορία μου στήν Νεάπολη, γιά νά σάς βοηθήσω στό έργο σας, διακονώντας εις τό εξής τούς δυστυχείς συνανθρώπους μας". Υπηρέτησε τούς ασθενείς εκεί μέ ζήλο καί αυταπάρνηση συνεχώς επί 21 ολόκληρα χρόνια.
Μετά τόν θάνατο τού παπα-Μανώλη τοποθετήθηκε καί πάλι οικειοθελώς ο υπέργηρος πατήρ Νέστωρ, τόν οποίον διαδέχθηκε μέσα σέ ένα χρόνο ο πατήρ Νίκανδρος, αδελφοί όλοι τής Ιεράς Μονής Αρετίου. Ο πατήρ Νικόδημος υπηρέτησε εκεί γιά μερικά χρόνια. Τόν διαδέχθηκε ο πατήρ Ανδρόνικος, πού υπηρέτησε μέχρι τό 1935.
Τότε κατέφθασε από τό Άγιον Όρος ο ιερομόναχος Μελέτιος Βουργούρης, κληρικός "μέ μεγάλη μόρφωση καί αληθινή πίστη". Παρέμεινε στήν Σπιναλόγκα 13 ολόκληρα χρόνια καί δέν τούς εγκατέλειψε ούτε καί κατά τά χρόνια τής Κατοχής, όπου η πείνα προκάλεσε τόν θάνατο 100 περίπου ασθενών "συγκακουχούμενος"μαζί τους. Συγκρότησε, παράλληλα, τό Ησυχαστήριο, σήμερα Ιερά Μονή Αγίου Ανδρέου στόν Φινοκαλιά, τό καμπαναριό τής οποίας φιλοτέχνησαν οι λεπροί. Υπάρχει σχετική επιγραφή. Τό 1948, εκπληρώνοντας παλιό του τάμα, πήγε στούς Αγίους Τόπους καί έμεινε στήν Ιερά Μονή τού Αγίου Ιωάννου τού Προδρόμου μέχρι τό τέλος τής ζωής του. Ήταν όντως άγιος.
Μετά τήν αναχώρηση τού Μελετίου ανέλαβε εφημέριος ο ιερομόναχος Χρύσανθος Κατσουλογιαννάκης από τήν Ιερά Μονή Τομπλού Σητείας, ο οποίος υπήρξε καί ο τελευταίος εφημέριος τής Σπιναλόγκας. Δέν φοβήθηκε ποτέ μήπως προσβληθή από τήν επάρατη τότε νόσο. Μετέδιδε τά Άχραντα Μυστήρια στούς λεπρούς καί κατέλυε ό,τι απέμενε στό Άγιο Ποτήριο, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι: "Τά Άγια δέν μολύνονται". Στάθηκε στό πλευρό τών λεπρών πραγματικός συμπαραστάτης καί αρωγός καί απεβίωσε τό 1972 στήν Μονή Τομπλού.
Πρέπει νά σημειωθή ότι ο Επίσκοπος Πέτρας Τίτος καθιέρωσε νά επισκέπτεται τούς ασθενείς κάθε χρόνο τήν Κυριακή τού Θωμά καί νά τελή αρχιερατική Θεία Λειτουργία, νά μοιράζη τό αντίδωρο, νά νουθετή καί νά τούς ενθαρρύνη. "Ήταν τό μόνο ανθρώπινο χέρι πού αγγίζαμε φιλώντας το, όταν μάς μοίραζε τό αντίδωρο", σημειώνει ο αείμνηστος Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης, ασθενής στήν Σπιναλόγκα από τόν καιρό πού ήταν φοιτητής τής Νομικής. Μετά τό τέλος τής Θείας Λειτουργίας πήγαιναν όλοι μαζί στό μικρό κοιμητήριο τής Σπιναλόγκας, όπου ο Επίσκοπος διάβαζε γονατιστός Τρισάγιο μπροστά στούς τάφους τών νεκρών. Η τάξις αυτή διατηρήθηκε καί από τόν διάδοχό του, Επίσκοπος Πέτρας Διονύσιο.
Πόσο οι ιερείς πού υπηρέτησαν τήν Σπιναλόγκα ως εφημέριοι αγάπησαν τούς λεπρούς τής Σπιναλόγκας καί αγαπήθηκαν από αυτούς, φανερώνει τό περιστατικό πού περιγράφει ο Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης τό 1976, σέ άρθρο του στόν "Κόσμο τής Ελληνίδος"μέ τόν τίτλο: "Τό ψέμα καί η αλήθεια γιά τήν Σπιναλόγκα". "Μιά Κυριακή, πηγαίνοντας γιά τήν Λειτουργία του στήν εκκλησία τού Αγίου Παντελεήμονος, ο παπα-Μανώλης Ψαράκης είδε σημείο στά άμφιά του καί μετά τό τέλος τής Λειτουργίας είπε στούς εκκλησιαζομένους ότι ήλθε τό πλήρωμα τού χρόνου καί ότι είναι η τελευταία Λειτουργία πού επιτελεί καί ζήτησε νά συγκεντρωθούν τήν επομένη τό πρωΐ όλοι οι άρρωστοι στήν εκκλησία. Πράγματι τήν επομένη συγκεντρώθηκαν καί κλαίγοντας έψαλαν μιά Παράκληση, διαβάστηκε μιά Συγχωρητική Ευχή καί ζήτησε από όλους συγχώρηση. Τούς ευλόγησε καί μέ λυγμούς τόν συνόδευσαν μέχρι τήν αποβάθρα. Τήν επομένη Κυριακή τό μεσημέρι παρέδωσε τό πνεύμα του στόν Χριστό. Άς είναι η μνήμη του αιωνία! Είμαι βέβαιος περί τής ανταμοιβής του στόν ουρανό".
Η τοπική Εκκλησία μέ πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, ποιμαντική ευθύνη, ανιδιοτέλεια καί πιστότητα διακόνησε τήν Πολιτεία τής Σπιναλόγκας, πού εκείνα τά χρόνια αριθμούσε, συχνά-πυκνά γύρω στούς 500 κατοίκους (ασθενείς, νοσηλευτικό προσωπικό). Ήταν μιά κοινωνία ανθρώπων, πονεμένων, στόν Καιάδα τής απομόνωσης καί μόλις 900 μέτρα από τήν απέναντι ακτή. Πολλοί έλεγαν, βλέποντας απέναντι στήν στεριά, τό τροπάριο τής Εκκλησίας: "Εκάθισεν Αδάμ απέναντι τού Παραδείσου καί τήν ιδίαν γύμνωσιν ιδών ωδύρετο".
Μέχρι σήμερα, από τήν τοπική Εκκλησία γίνεται τό προσκύνημα αυτό στήν Σπιναλόγκα. Κάθε χρόνο ο Μητροπολίτης Πέτρας καί Χερρονήσου Νεκτάριος χοροστατεί στόν Εσπερινό καί ιερουργεί στήν Θεία Λειτουργία, στόν ιερό Ναό τού Αγίου Παντελεήμονος, όπου εκκλησιάζονται γύρω στούς 2.000 Χριστιανοί, τούς οποίους μεταφέρουν τά καΐκια δωρεάν στό νησί. Στό τέλος τού Εσπερινού καί τής Θείας Λειτουργίας ο Μητροπολίτης τελεί Τρισάγιο γιά τήν ανάπαυση τών ψυχών τών κεκοιμημένων.
Είναι πολύ συγκινητικό αυτό τό Τρισάγιο, γιατί παρίστανται καί μερικοί θεραπευθέντες λεπροί, αλλά καί πολλοί συγγενείς λεπρών, πού αναπαύθηκαν στήν Σπιναλόγκα.
Τά τελευταία χρόνια, μέ τήν φροντίδα τού ιερέα Ματθαίου Πετροδασκαλάκη, έχουν ανακαινισθή οι ιεροί Ναοί τού Αγίου Παντελεήμονος καί τού Αγίου Γεωργίου, οι οποίοι βρίσκονται στό νησί. Γίνεται δέ μεγάλη προσπάθεια νά ολοκληρωθή η αναπαλαίωση όλων τών εγκαταστάσεων τής Σπιναλόγκας, γιατί συγκεντρώνει κάθε χρόνο χιλιάδες επισκέπτες από τά πέρατα τού κόσμου.
(Αναδημοσίευση από τήν Εφημερίδα "Χριστιανική", 17-2-2011